4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Kώστας Kαββαθάς

«? Πού να ?ξερε η ιδρυτική ομάδα ότι το περιοδικό που ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 1970 σε
ένα δυάρι του πρώτου ορόφου θα έφτανε, τριάντα τρία χρόνια μετά, να είναι το πρώτο σε
αναγνωσιμότητα ανδρικό περιοδικό στην Ελλάδα και θα πουλούσε όχι δέκα, αλλά σαράντα πέντε
και πενήντα χιλιάδες φύλλα...»

Tριάντα τρία χρόνια πριν...

ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΙ γύρω από ένα τραπέζι, που είχαμε αγοράσει (μεταχειρισμένο) από το Μοναστηράκι,
τέσσερις νέοι συντάκτες, οι πρώτοι στο χώρο της ειδικής δημοσιογραφίας, και μία γυναίκα
(η Σοφία Καββαθά) συζητούσαμε την έκδοση, την 1η Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, ενός νέου
αυτοκινητιστικού περιοδικού που θα το έλεγαν 4ΤΡΟΧΟΙ. «Πρέπει να είσαστε τρελοί για να
επιχειρήσετε κάτι τέτοιο. Θα σας λιώσουν τα συγκροτήματα» είπε ένας φίλος μου, που
πληροφορήθηκε την απόφασή μας. Η μικρή ομάδα δεν έδωσε σημασία. Και να ήθελε, δεν
μπορούσε, αφού η προετοιμασία της έκδοσης την είχε ήδη «πάρει από κάτω». Κείμενα να
γραφτούν, να πάνε στο τυπογραφείο, να «χτυπηθούν», να επιστρέψουν στα γραφεία της οδού
Νέζερ, να γίνει η πρώτη διόρθωση, να πάνε πίσω στο τυπογραφείο (λινοτυπία) για να
περαστούν οι διορθώσεις, να επιστρέψουν στη Νέζερ για να γίνει η δεύτερη διόρθωση, να
πάνε πάλι στη Λυκούργου για να περαστούν οι διορθώσεις, και έτσι να μπορέσουμε να πάρουμε
το «τελικό», ένα λεπτό φύλλο ζελατίνας που ήταν τοποθετημένο ανάμεσα σε δύο φύλλα χαρτί,
γιατί η ζελατίνα έβγαινε με «φούμο» από το λινοτύπη, που έσερνε έναν κύλινδρο πάνω στην
πλάκα με τα μολυβένια γράμματα...
Μπερδευτήκατε; Δεν έχετε άδικο, μια και αυτή ήταν η μέθοδος που έβγαιναν οι εφημερίδες
και τα περιοδικά. Δύσκολο να το καταλάβεις, άχρηστο, ίσως, στην ηλεκτρονική εποχή. Αν
τότε έβρισκες ένα λάθος την ώρα που ξεκινούσε η εκτύπωση στην offset, έπρεπε να πάρεις το
κείμενο (στη ζελατίνα), να το μεταφέρεις από το Μαρούσι στη Λυκούργου ή όπου αλλού, να
φτιάξεις μια νέα αράδα, να επιστρέψεις στο λιθογραφείο, να την κολλήσεις στο χρωμοφάν, να
φτιάξεις νέο «τσίγκο», να ξεκινήσεις την εκτύπωση και να μείνεις από μία έως δεκαπέντε
μέρες δίπλα στις μηχανές για να παρακολουθείς την εκτύπωση και τη βιβλιοδεσία.
Και όταν γινόταν λάθος στο χρώμα, έπρεπε να σταματήσει η εκτύπωση, να γίνουν νέες
αναπαραγωγές με φωτογραφικές μηχανές μήκους έξι μέτρων, να εμφανίσεις τα φιλμ, να κάνεις
νέο μοντάζ και καινούργιους «τσίγκους», και να ξεκινήσεις από την αρχή, με κάθε
κατεστραμμένο φύλλο να είναι μαχαίρι στην καρδιά, γιατί το χαρτί ήταν πανάκριβο, τα λεφτά
ελάχιστα και τα ξενύχτια αμέτρητα. Παράλληλα με την εκτύπωση (18.000 τυπώσαμε στο πρώτο
τεύχος) κάναμε και βιβλιοδεσία για να προλάβουμε το πρακτορείο και την ημερομηνία
κυκλοφορίας. Και για να προλάβουμε είχαμε γίνει (όλοι) βιβλιοδέτες. Kαθισμένοι σε ψηλά,
ξύλινα σκαμνιά, «ρίχναμε» τα 16σέλιδα στην αλυσίδα, που έτρεχε με 6.000 φύλλα την ώρα. Aν
οι σημερινοί γιάπηδες δεν καταλαβαίνουν τι λέω, αυτό είναι το μεγαλύτερο όπλο μας στη
μάχη για επικράτηση στο δύσκολο χώρο του περιοδικού Τύπου.
Παθιασμένοι δημοσιογράφοι και ακούραστοι εργάτες, δοκιμάζαμε αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες,
σκάφη (περιοδικό «Σκάφος & Θάλασσα») και αεροπλάνα (περιοδικό «Πτήση & Διάστημα»),
γράφαμε, φωτογραφίζαμε με μηχανές αγορασμένες από το Μοναστηράκι, εμφανίζαμε φιλμ και
τυπώναμε φωτογραφίες για να κάνουμε όσο το δυνατόν πιο μεγάλη οικονομία, γιατί εκτός του
ότι δεν είχαμε πλούσιους γονείς, δεν είμαστε και κολλητοί με την (κάθε) εξουσία.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, παρακολουθούσαμε τα ράλι, τους αγώνες ταχύτητας και τις
αναβάσεις, και λαβαίναμε και μέρος για να είμαστε εκεί, μέσα στα γεγονότα, και όχι να τα
παρατηρούμε πίσω από τα ροζ γυαλιά των παραφουσκωμένων εγώ μας σαν τους σημερινούς
«επιτυχημένους» νεόβλαχους.
Tη μεγαλύτερη πλάκα, όμως, είχαν οι αντιπρόσωποι αυτοκινήτων της εποχής. Φιγούρες
βγαλμένες από τον προηγούμενο αιώνα, πουλούσαν αυτοκίνητα με τον ίδιο τρόπο που πουλούσαν
όσπρια και σχοινιά, ελιές και λάδι. Oλόκληρο βιβλίο μπορώ να γράψω για μερικούς από
αυτούς, αλλά δε νομίζω ότι οι βλάχικες συμπεριφορές τους ενδιαφέρουν σήμερα κανέναν, όπως
δεν ενδιαφέρουν ανάλογες συμπεριφορές της τρέχουσας περιόδου! O ένας δε μας έδινε
αυτοκίνητο για δοκιμή, επειδή θα «φαγωθούν τα λάστιχα», ο άλλος επειδή «δε θα μπορεί μετά
να το πουλήσει» και ένας ―που η συμπεριφορά του θα λάμπει στους αιώνες― μας ρωτούσε πόσα
θέλουμε για να γράψουμε ότι το? πλοίο ξηράς που εισήγαγε ήταν το καλύτερο της αγοράς.

Καθισμένοι γύρω από το τραπέζι, τέσσερις άντρες και μία γυναίκα έκαναν όνειρα, λέγοντας
πως, αν κάποια μέρα οι 4ΤΡΟΧΟΙ φτάσουν να πουλάνε 10.000 φύλλα, ο αγώνας τους θα έχει
δικαιωθεί και τα όνειρά τους θα έχουν γίνει πραγματικότητα. Τα χρόνια πέρασαν, τα μέλη
της ιδρυτικής ομάδας ακολούθησαν δικούς τους δρόμους, και έμειναν εκείνοι που πίστευαν
στα θαύματα. Στις αρχές της δεκαετίας του ?90, το περιοδικό ―καθώς ήταν το μοναδικό του
είδους στην Ελλάδα― έφτασε να πουλάει 85.000 φύλλα το μήνα. Στη συνέχεια, ο ένας μετά το
άλλον, νέοι εκδότες προσπάθησαν να κάνουν πραγματικότητα τα δικά τους όνειρα. Μερικοί τα
κατάφεραν, άλλοι όχι. Κάποια στιγμή ήρθαν και οι διεθνικές και βγήκαν άλλα? εκατό
περιοδικά με ξένες αλφαβήτες, που όλα, μα απολύτως όλα, «έγραφαν γι? αυτοκίνητα», όχι
τόσο επειδή εκδότες και συντάκτες «την έβρισκαν» με το αντικείμενο, αλλά γιατί η αγορά
είχε τεράστια έσοδα από τη διαφήμιση.
Πού να ?ξερε η ιδρυτική ομάδα ότι το περιοδικό που ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 1970 σε ένα
δυάρι του πρώτου ορόφου θα έφτανε, τριάντα τρία χρόνια μετά, να είναι το πρώτο σε
αναγνωσιμότητα ανδρικό περιοδικό στην Ελλάδα και θα πουλούσε όχι δέκα, αλλά σαράντα πέντε
και πενήντα χιλιάδες φύλλα...
Αν κάποιος προσπαθήσει να εξηγήσει το φαινόμενο, δε χρειάζεται να πάει μακριά. Αρκεί να
έλθει σήμερα στα γραφεία μας για να διαπιστώσει ότι οι 4ΤΡΟΧΟΙ αλλά και τα άλλα περιοδικά
των Τεχνικών Εκδόσεων «βγαίνουν» βεβαίως με την τελευταία λέξη της εκδοτικής και
επικοινωνιακής τεχνολογίας, αλλά την πρώτη (λέξη) έχουν το πάθος, η πίστη στο σκοπό, η
αποφασιστικότητα και η μετριοφροσύνη της ιδρυτικής ομάδας. Σε όποια γωνιά ή σελίδα και αν
κοιτάξετε, θα ανακαλύψετε το πνεύμα της ιδρυτικής ομάδας, που θα παραμείνει ζωντανό όσο
παραμένουν ζωντανές και οι αρχές που καταχωρίσθηκαν στο Εν Λευκώ του πρώτου τεύχους.
Αν, λοιπόν, η ζωή μάς έμαθε κάτι, αυτό είναι ότι όπως τα διαμάντια έτσι και οι καλές και
αγαθές προσπάθειες είναι παντοτινές._ Κ. Κ.